Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

ο σεισμός που μου ξύπνησε θύμισες


Είχε και διάρκεια... Πρόλαβα να κάνω αρκετές σκέψεις...
  
"Μπαααα, τι είναι αυτό; Κουνιέται η ταβέρνα; Χμμμ... ταλάντωση δεξιά-αριστερά... τι μου θυμίζει... ΣΕΙΣΜΟΣ... Οοοοο... μόνο τρία τσίπουρα ήπια... ναι είναι σεισμός... οκ... σταμάτησε..." 

Εγώ και οι τρεις άνδρες μου στο Μπαλαούρο για μεσημεριανό Παρασκευής... 


Θυμήθηκα τον σεισμό της Σαλονίκης που όλο τον Μάη κουνιόμασταν και είχαν σπάσει τα νεύρα μας και το βράδυ του μεγάλου σεισμού είχαμε φτάσει στο ύψιστο επίπεδο αφασίας, να αλλάξουμε πλευρό η Μ και εγώ. Τελικά επειδή είχαν ταρακουνηθεί και τα πατρικά μας στην Καβάλα, μας τηλεφώνησαν... η μαμά μου νομίζω. Ανήσυχοι. "Βγείτε έξω, πρέπει να ήταν περισσότερο δυνατός από τους άλλους." 
Είπαμε να τους κάνουμε το χατήρι και ετοιμαστήκαμε. Χτένισμα, επιμελημένο μακιγιάζ, λίγη ώρα μπρος στην ντουλάπα για επιλογή ρούχων. Το μόνο που κόλλαγε με την περίσταση ήταν η τσαντούλα με τα πολύτιμα μας που είχαμε έτοιμη στο χολ όλον εκείνο τον μήνα, η καθεμιά μας. Τι πολύτιμα είχα τότε η τρελή φοιτήτρια; Δεν θυμάμαι. Θυμάμαι όμως την τσάντα εκείνη. Έμοιαζε ταχυδρομική, ήταν κατακίτρινη, την είχε φέρει η θεία Λίτσα από την Γερμανία και είχε μεγάλο σουξέ κάποια προηγούμενη χρονιά στο σχολείο. 
Συνάμενες-κουνάμενες πήγαμε προς την Φουμουσου. Εκεί βρήκαμε τον Μανώλη και την Λίνα, πάντα μαζί αυτοί... Και εδώ και δεκαοκτώ χρόνια ακόμη μαζί και ακίνητοι κάτω από τον διπλό σταυρό τους. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία. 
Την αράξαμε στην πλατεία του Χημείου, πάνω στο χορτάρι. Κουβέντα, όλα καλά, διηγήσεις για το που ήμασταν την ώρα του σεισμού, τριλιλι-τραλαλό μέχρι που προσέξαμε τα φορτηγά. Τα φορτηγά που ανέβαιναν τον δρόμο προς την Αγίου Δημητρίου. Τα φορτηγά που ήταν γεμάτα μπάζα. Μπάζα από την πολυκατοικία στην Ιπποδρομίου, μάθαμε. Μια ολόκληρη πολυκατοικία έπεσε έλεγαν. Η πολυκατοικία του "Νίκου", ζαχαροπλαστείο όπου αμαρταίναμε από καιρού εις καιρόν. Τα φορτηγά κουβάλαγαν κομμάτια από τοίχους και χώμα και θυμάμαι υφάσματα να ανεμίζουν ανάμεσα και χαρτιά από βιβλία. Και αυτή η εικόνα με έβαλε στην πραγματικότητα. Δεν τόλμησα να κατηφορίσω προς την πληγμένη περιοχή. Πήγε ο Μανώλης, αλλά γύρισε γρήγορα, δεν άφηναν να πλησιάσει κόσμος εκεί και τα νέα ήταν κακά, πολύ. Περάσαμε την νύχτα στο χορτάρι της πλατείας δίπλα στον δρόμο. Τώρα λέγεται Εθνικής Αμύνης, έτσι λεγόταν και τότε; Το στομάχι είχε χαλάσει, οι μετασεισμοί μας χτυπούσαν, οι εικόνες ήταν χειρότερες όσο προχώραγε το βράδυ. Στο απέναντι νοσοκομείο (πως το λένε τώρα, υπάρχει;) τα κρεβάτια με τους ορούς είχαν μεταφερθεί έξω. Θυμάμαι σε κάποια σημεία έντονα φώτα, ίσως προβολείς. Είπαν για χειρουργεία έξω, γίνεται; 
Η φαντασία μου, για το δράμα που κρυβόταν πίσω από τα φορτηγά με τα μπάζα, με αρρώσταινε. 
Το ξημέρωμα οι ειδήσεις ήταν φρικτές. 
Τελικά 29 άνθρωποι πέθαναν σε κείνη την οικοδομή.
Νοικιάσαμε ταξί και επιστρέψαμε στην Καβάλα την άλλη μέρα. 
Κείνο το καλοκαίρι άργησα να μάθω να κοιμάμαι χωρίς χημική βοήθεια      





Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

τίποτε δεν έχει σημασία



Πάλι πήρε φωτιά ο ουρανός μου.
Γιατί με χτυπάνε τόσο οι δύσεις;
Με πονάνε.
Σημαίνουν κάτι παραπάνω, πλέον; 
Το τέλος της ημέρας είναι, τίποτε άλλο.
Αλλά η δίψα και το κενό είναι μεγαλύτερα αυτή την ώρα. 
Τα μάτια μου έγιναν κόκκινα και αυτά σαν βγήκα έξω να δω, ως που απλώνεται αυτό το περίεργο κόκκινο τ' ουρανού. Τα ένιωσα να καίνε και καθρέφτης μου το επιβεβαίωσε.
Και μετά κοκκίνισαν και οι σκέψεις μου... Και όταν ξανακοίταξα έξω είχαν μαυρίσει τα πάντα. 

Και πόσο σημασία έχει που κάποιος θα διαβάσει τι γράφω, όταν δεν θα καταλάβει τίποτε; 

Και πόση σημασία έχει αυτοί που θέλω να καταλάβουν, ότι δεν θα το διαβάσουν;